Πηγή: ΑΠΕ 01/12/08-07:52 | |
"Σιδηρά κυρία επικεφαλής της ΜΙΤ", είναι ο τίτλος σημερινού δημοσιεύματος της τουρκικής εφημερίδας "Βατάν", η οποία υποστηρίζει ότι μία από τους τρεις υποδιοικητές της τουρκικής υπηρεσίας πληροφοριών, είναι το πιο ισχυρό όνομα για την αντικατάσταση του σημερινού διοικητή, Εμρέ Τανέρ, ο οποίος θα συνταξιοδοτηθεί τον προσεχή Μάρτιο, λόγω ορίου ηλικίας. Η εφημερίδα κάνει λόγο για ενδεχόμενη πρωτιά στην ιστορία της ΜΙΤ και τονίζει ότι το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, κατά τη συνεδρίασή του τον προσεχή Φεβρουάριο, θα συζητήσει το θέμα του ορισμού του νέου διοικητή της ΜΙΤ, ο οποίος και θα αναλάβει, μετά τη σχετική έγκριση του Προέδρου της Δημοκρατίας. Σύμφωνα με τη "Βατάν", η υποψήφια, η οποία αναφέρεται με τα αρχικά του ονόματός της (A.G), υπήρξε και η πρώτη περιφερειακή γυναίκα διοικητής, στα Αδανα. Τέλος, στο δημοσίευμα αναφέρεται ότι η A.G, πριν από έξι μήνες, ανέλαβε τη θέση του υποδιοικητή, αρμόδιου για θέματα επιχειρήσεων. http://www.express.gr/news/world/104602oz_20081201104602.php3 |
ΕΧΕΙ ΦΘΑΣΕΙ το τέλος της περιόδου χάριτος που απολάμβανε επί τόσα χρόνια ο τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. «Ανέβηκε στην εξουσία σαν τον Ομπάμα,έγινε σαν τον Μπους», είπε ο Φέχμι Κόρου, αρθρογράφος στη φιλοκυβερνητική εφημερίδα «Γενί Σαφάκ», στη διάρκεια μιας τηλεοπτικής συζήτησης. Η παρομοίωση αυτή, από τα χείλη ενός παραδοσιακού υποστηρικτή της πολιτικής
του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), έκανε αίσθηση. «Αυτό που ήθελα να πω», διευκρίνισε ο Κόρου, «είναι ότι ο Ερντογάν,ο οποίος είχε κερδίσει τις βουλευτικές εκλογές το 2002,δεν μπόρεσε να εκλεγεί βουλευτής πριν από το 2003.Το κράτος πολλαπλασίασε τα εμπόδια στον δρόμο του,όπως συμβαίνει με τους μαύρους στις ΗΠΑ.Συνεπώς,ανέβηκε σαν ένας τούρκος Ομπάμα.Σήμερα,ακολουθεί το είδος της πολιτικής που ακολούθησε ο Μπους στο Ιράκ.Ιδίως στο κουρδικό ζήτημα».
Η προαναφερόμενη κριτική του Φέχμι Κόρου εξόργισε τον Ερντογάν. Διότι ο αρθρογράφος είναι παιδικός φίλος του προέδρου Αμπντουλάχ Γκιουλ, με τον οποίο έχει διατηρήσει στενή σχέση και η μικρή αυτή φράση μοιάζει να απεικονίζει την έντονη διαφωνία ανάμεσα στις δύο κορυφές του κράτους, κυρίως στο κουρδικό ζήτημα. Τη στιγμή που ο πρόεδρος εγκαινιάζει μια διπλωματική προσέγγιση με τους Κούρδους του Ιράκ, ο πρωθυπουργός ριζοσπαστικοποιεί τα λόγια του, υιοθετώντας τα συνθήματα των εθνικιστών. «Εμείς λέμε:“Ενα έθνος,μία σημαία,μία πατρίδα και ένα κράτος”. Οσοι δεν συμφωνούν θα έπρεπε να φύγουν», δήλωσε στις 3 Νοεμβρίου. Τεράστια απομάκρυνση από την ιστορική ομιλία που είχε εκφωνήσει το 2005 στο Ντιγιάρμπακιρ, στην οποία είχε παραδεχτεί την ύπαρξη του «κουρδικού προβλήματος που δεν μπορεί να λυθεί παρά με περισσότερη δημοκρατία» .
Πρόσφατα, επίσης, υπερασπίστηκε έναν παράφρονα ο οποίος άνοιξε πυρ εναντίον μιας ομάδας κούρδων διαδηλωτών στο κέντρο της Κωνσταντινούπολης. Αυτή η αλλαγή τόνου επιφύλαξε στον Ερντογάν παγερή υποδοχή στη διάρκεια της τελευταίας περιοδείας του στη Νοτιοανατολική Τουρκία, ενώ το κόμμα του προετοιμάζεται για μια σκληρή μάχη στις δημοτικές εκλογές που θα διεξαχθούν τον Μάρτιο του 2009. Η εφημερίδα της Αριστεράς «Ταράφ», μάλιστα, τον κατηγόρησε ότι έχει γίνει «ο πρωθυπουργός των στρατηγών». Ο Ερντογάν απαντά στους επικριτές του όπως το συνηθίζει, με σχέσεις δύναμης. Στις αρχές του Νοεμβρίου, οι πρωθυπουργικές υπηρεσίες αφαίρεσαν τις διαπιστεύσεις επτά δημοσιογράφων με το δικαιολογητικό ότι δημοσίευαν «ψεύδη». Το 2007, όταν μια σατιρική εφημερίδα τον παρουσίασε σαν μια γάτα παγιδευμένη σ΄ ένα κουβάρι μαλλί, φρόντισε ώστε ο γελοιογράφος να καταδικαστεί να πληρώσει ένα μεγάλο χρηματικό πρόστιμο.
«Εφαρμόζει μια πολύ προσωπική διαχείριση της εξουσίας, αλλά τον δεχόμαστε όπως είναι», λέει διστακτικά ο Γιασάρ Γιακίς, βουλευτής και μέλος της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων. «Στην πρώτη του θητεία, σχημάτιζε ντουέτο με τον Γκιουλ,που είναι λίγο μεγαλύτερος σε ηλικία από αυτόν και που πάντα προσπαθούσε να τον κάνει ηπιότερο», λέει ο Μεχμέτ Ντιλγκέρ, πρώην βουλευτής του ΑΚΡ ο οποίος εγκατέλειψε το κόμμα το 2007. «Ο Ερντογάν βράζει, δεν διαθέτει πολλή υπομονή,θέλει να λέει πάντα την τελευταία λέξη και έχει ένα ύφος σαν να βγάζει κήρυγμα. Κάνει κουταμάρες επειδή λέει αυτά που σκέφτεται,αλλά και αυτά που δεν σκέφτεται». Η φρασεολογία του από τις γειτονιές της Κωνσταντινούπολης και οι τρόποι του, καμιά φορά άξεστοι, καταρρίπτουν συχνά τα τουρκικά πολιτικά ήθη. «Στην Τουρκία,αυτό αρέσει σε ορισμένους ανθρώπους που έχουν ανάγκη από ένα βοσκό· κι ας είναι εκείνος που θα τους οδηγήσει προς το σφαγείο» , προσθέτει ο Ντιλγκέρ. Η εκλογική νίκη του ΑΚΡ, τον Ιούλιο του 2007, ενίσχυσε τον πρωθυπουργό και την εξουσία που ασκεί στο κυβερνών κόμμα. Και η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου εφέτος το καλοκαίρι να μη διαλυθεί το κόμμα δεν προκάλεσε το ηλεκτροσόκ που αναμενόταν. Σύμφωνα με μερικούς αναλυτές, μπορεί ακόμη και να είχε βρεθεί ένας συμβιβασμός με τον στρατό. Μετά την εκλογική νίκη του 2007, η κυβέρνηση έχει κάνει λίγες παραχωρήσεις στον τομέα των μεταρρυθμίσεων που είναι αναγκαίες στο πλαίσιο της ένταξης στην ΕΕ, καταλήγοντας να απογοητεύσει τους φιλελεύθερους διανοούμενους οι οποίοι ως τότε υποστήριζαν τη δράση του. «Είχα επικρίνει την έλλειψη ειλικρίνειάς του την εποχή της μεταρρύθμισης του άρθρου 301 του Ποινικού Κώδικα» άρθρο που περιόριζε την ελευθερία έκφρασης τιμωρώντας την «προσβολή της τουρκικής ταυτότητας»-, λέει ο Κόρου. Η αναθεώρηση του Συντάγματος και η τύχη της κουρδικής και της αλεβιτικής μειονότητας, για παράδειγμα, παραμένουν ακόμη μετέωρα. Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, τα δύο ή τρία τελευταία χρόνια υπάρχουν ελάχιστες συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή ή στα πέριξ της για τις οποίες δεν έχει προσφέρει τις καλές της υπηρεσίες η Τουρκία. Η συροϊσραηλινή, η ινδοπακιστανική, η αφγανοπακιστανική ή η σύγκρουση στον Καύκασο δέχτηκαν τις διαμεσολαβητικές προσπάθειες των «μεταϊσλαμιστών» κυβερνώντων της Αγκυρας. Ομως αυτοί δεν έχουν λάβειή δεν έχουν λάβει ακόμη- εύσημα για τούτες.
Η συμβολή τους στο ξεπάγωμα των σχέσεων μεταξύ Συρίας και Ισραήλ χειροκροτήθηκε, αλλά οι προσκλήσεις που απηύθυναν σε «παρίες», όπως ο επικεφαλής της Χαμάς Χαλέντ Μεσάαλ ή ο πρόεδρος του Σουδάν Ομάρ Χασάν αλ Μπασίρ, προκάλεσαν αντιδράσεις. Οι ελπίδες της Αγκυρας ότι αυτοί οι δύο θα άμβλυναν ως αποτέλεσμα τη στάση τους διαψεύστηκαν. Το ίδιο συνέβη με τον ιρανό πρόεδρο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ, ο οποίος προσκλήθηκε στην Τουρκία τον Αύγουστο και επωφελήθηκε κυρίως για να εδραιώσει τις θέσεις του στο εσωτερικό του Ιράν. Ο νέος αυτός διπλωματικός ακτιβισμός του Ερντογάν αντιμετωπίζεται με αισιοδοξία στον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο. Το κύριο πλεονέκτημα της υβριδικής αυτής χώρας που είναι η Τουρκία- η ικανότητά της να συνδιαλέγεται με όλο τον κόσμο- ενισχύεται από την αναμενόμενη ανάσα που φέρνει η εκλογή του Μπαράκ Ομπάμα στις ΗΠΑ.
Η πολυδάπανη εθνική υπερηφάνεια
ΔΕΝ ΛΕΙΠΟΥΝ τα σχετικά με τις τουρκικές φιλοδοξίες προβλήματα. Η χώρα έκανε δαπανηρές προσπάθειες προκειμένου να εκλεγεί μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ τον Οκτώβριο. Αυτό όμως στις ψηφοφορίες θα την αναγκάσει να δυσαρεστήσει είτε τις ΗΠΑ είτε τη Ρωσία, ενώ επιθυμεί να τα έχει εξίσου καλά και με τις δύο. Η Τουρκία επιθυμούσε την έδρα αυτή λόγω «απλής εθνικής υπερηφάνειας», όπως υποστηρίζει ο αναλυτής Γκάρεθ Τζένκινς; Το άνοιγμά της με την ίδρυση διαφόρων πρεσβειών στην Αφρική και στην Ασία ξεπερνά τις ικανότητές της, τουλάχιστον σε επίπεδο πείρας.
Ωστόσο, αυτή η αναζήτηση διεθνούς βαρύτητας απορρέει από δύο επιτακτικά στοιχεία: την ανάγκη να σταθεροποιηθεί το περιφερειακό περιβάλλον της Τουρκίας για λόγους οικονομικούς και, ακόμη περισσότερο, την επιθυμία να εξασφαλίσει την ευρύτερη δυνατή υποστήριξη στο κουρδικό ζήτημα, το κύριο πρόβλημά της. Αυτό που εδραιώνει την προσέγγιση της Τουρκίας με τη Συρία και το Ιράν είναι η σιωπηρή τους συνέργεια εναντίον όλων των κούρδων αυτονομιστών.
Στις 19 του Νοεμβρίου δημιουργήθηκε στη Βαγδάτη μια «επιτροπή κατά των κούρδων ανταρτών του ΡΚΚ» μεταξύ Αμερικανών, Τούρκων και Ιρακινών, στην οποία μετέχει για πρώτη φορά ένας εκπρόσωπος της αυτόνομης περιοχής του ιρακινού Κουρδιστάν, με την οποία αρνιόταν να συνεργαστεί ως τότε η Αγκυρα. Αυτό τροφοδοτεί την ελπίδα ότι οι τούρκοι ιθύνοντες θα καταφέρουν κάποτε να χειριστούν τις εσωτερικές τους διαμάχες, κυρίως με τους Κούρδους, χρησιμοποιώντας την ίδια σύνεση που εφαρμόζουν εκτός των συνόρων τους.